Έβρος: Σαν ένα πικρό παραμύθι

Spread the love
Ήτανε κάποτε ένα μικρό Βασίλειο, ο Έβρος, ένας πανέμορφος τόπος, γεμάτος δάση, ποτάμια και αγρούς, με όλα τα υπέροχα πλάσματα που κατοικούσαν εκεί, τόσο όμορφος που θαρρείς ότι νεράιδες και ξωτικά ακόμα κατοικούσαν εδώ. Εκεί υπήρχε μια μικρή Πριγκίπισσα, Αλεξανδρούπολη τη λέγανε, όμορφη και δροσερή σαν την αύρα του καλοκαιρινού δειλινού…
Καθώς μεγάλωνε, όλοι την παινεύανε για τα κάλλη της, όλοι της υπόσχονταν δόξες και μεγαλεία: γεωστρατηγική θέση, ενεργειακός κόμβος, διαμετακομιστικό και εμπορικό κέντρο. Για τους δε υπηκόους των περιχώρων, εκείνους τους παρηγορούσαν με μεγάλα λόγια περί προστατών των συνόρων, αφήνοντάς τους στο περιθώριο και την ανέχεια, χωρίς γνώσεις και δεξιότητες, χωρίς εργαλεία και μέσα.
Και οι κάτοικοι και κηδεμόνες του τόπου απολάμβαναν τους επαίνους και βαυκαλίζονταν με ψεύτικές προσδοκίες. Προσδοκίες με το χρόνο διαψεύδονταν, εγκλωβίζοντας τον τόπο σε ανήθικα γεωπολιτικά παιχνίδια και βυθίζοντας τους κατοίκους σε χειρότερες συνθήκες: ανεργία, φτώχια, αποξήλωση κοινωνικών υπηρεσιών, γεωγραφική απομόνωση (βλ. σιδηρόδρομο), αφημένοι στην μοίρα τους, με μόνη «υπαρξιακή» παρηγοριά το αφήγημα ότι «φυλάττουν Θερμοπύλες»..
Κι εκείνοι υπέμεναν στωικά μια ζωή χωρίς προοπτική.. Και τότε άρχισαν να έρχονται οι συμφορές: πλημμύρες, που κατέστρεφαν σπίτια και ό,τι πιο παραγωγικό (καλλιέργειες, αγροτικές υποδομές κλπ) και πυρκαγιές, που κατέκαιαν ό,τι πιο όμορφο είχε να δείξει η Εβρίτικη Φύση..
Κάπως έτσι, σχεδόν αναπόφευκτα, ήρθε και αυτός ο πύρινος όλεθρος. Για 16 ημέρες, τεράστιες φλόγες κυρίεψαν το Βασίλειο καταστρέφοντας τα πάντα στο διάβα τους.. Και η Πριγκίπισσα βρέθηκε απογυμνωμένη και αποστερημένη από όλα της τα στολίδια: τους αρχέγονους ελαιώνες, τους παραδοσιακούς οικισμούς, την εύφορη της γη και εκείνο το καταπράσινο πέπλο από δάση που την προστάτευε από την γένεσή της..
Έκτοτε, μία μαύρη σκιά έχει απλωθεί σε όλο το Βασίλειο, διεισδύοντας και στις ψυχές των κατοίκων της. Κάποιοι, αγανακτισμένοι, άρχισαν να ψάχνουν τους ενόχους γι αυτή τη συμφορά. Δυστυχώς λησμονούν ότι η οργή (έλεγε ο σοφός Αριστοτέλης) θα πρέπει να στοχεύει στον κατάλληλο αποδέκτη, για τον κατάλληλο λόγο και με το σωστό τρόπο. Και έτσι η οργή τους διοχετεύθηκε όχι στους πραγματικά υπευθύνους (όχι, αυτοί έχουν μάθει να ξεγλιστρούν), αλλά στον εύκολο στόχο: σε εκείνους «της γης τους κολασμένους», τους… «λάθρο». Κι έτσι ήρθαν κι εκείνοι που επιβιώνουν τρεφόμενοι από το μίσος (δεν ήταν η πρώτη φορά εξάλλου) και γρήγορα παρεισφρήσανε στο πλήθος, ξυπνώντας τα χειρότερα ένστικτα και καλώντας σε πογκρόμ και άλλες πράξεις επαίσχυντες βγαλμένες από τις πιο σκοτεινές σελίδες της ανθρώπινης ιστορίας και της δυστοπικής λογοτεχνίας (πόσους παραλληλισμούς βρίσκει κανείς ανατρέχοντας στο ανατριχιαστικό «Ο Άρχοντας των Μυγών»!).
Και οι Άρχοντες απολάμβαναν την ασυλία τους. Ήρθαν μάλιστα και επισκέφτηκαν τον κόσμο, μιλώντας για «ασύμμετρες απειλές» και τάζοντάς ψίχουλα (κάτι «pass») για να ανακουφίσουν προς στιγμή λίγο τον πόνο του. Και οι τοπικοί άρχοντες χειροκροτούσαν αποχαυνωμένοι..
Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν προνόησαν (ή δεν νοιάστηκαν) να θωρακίσουν πραγματικά τον τόπο μας, με πολιτικές που θα κρατούσαν την ύπαιθρο ζωντανή, που μέσα από την αειφόρο διαχείριση του φυσικού μας πλούτου (κτηνοτροφία, δασοκομία) θα έδινε εισόδημα και θα παρείχε προστασία από τις φωτιές, και με διάφορα άλλα μέτρα πρόληψης, όπως υποδομές αποθήκευσης και αξιοποίησης νερού, παρότι τα σημάδια της καταστροφής ερχόντουσαν απειλητικά στον ορίζοντα.
Τι ειρωνεία! Το νερό, αυτό το πολύτιμο στοιχείο που παρότι βρίσκεται σε τόση αφθονία στα μέρη μας και η αξιοποίησή του θα έθρεφε τους κατοίκους, κατέληξε να αποτελεί κατάρα: ποιος ξεχνάει τις απεγνωσμένες κραυγές για τα πλημμυρισμένα σπίτια και αγροκτήματα ή για τους άδειους ταμιευτήρες και τα πυροσβεστικά χωρίς νερό! Και δυστυχώς, τον φετινό χειμώνα φαίνεται ότι η ιστορία αυτή θα επαναληφθεί με ακόμη πιο δραματικό τρόπο..
Ενόσω οι στάχτες των καμένων δέντρων πλανώνται ακόμη στην ατμόσφαιρα, η σκέψη όλων μας βασανίζεται από ένα αναπάντητο ερώτημα. Πώς φτάσαμε ως εδώ?
Γιατί αυτό το Σήμερα δεν ήρθε ξαφνικά. Άρχισε να έρχεται όταν η Ελπίδα για μια καλύτερη ζωή, η οποία αποτέλεσε για 100 και πλέον χρόνια την βασική συστατική ουσία πάνω στην οποία κτίστηκε η κοινωνία μας (για να δανειστώ λίγο την σκέψη του Καστοριάδη), άρχισε να σταδιακά (και καθοδηγούμενα?) να δίνει τη θέση της στον Φόβο. Και κάπως έτσι αρχίζαμε να θυσιάζουμε τα όνειρά μας στον βωμό μιας ψευδεπίγραφης υπόσχεσης περί ασφάλειας, που όμως εν τέλει αποδείχθηκε με τον πιο τραγικό τρόπο ότι ούτε αυτή ήρθε ποτέ… Σταθήκαμε στους φράκτες αλλά σταματήσαμε να διεκδικούμε εκείνα που θα μας προσέφεραν μια προοπτική για μια καλύτερη ζωή.. Ίσως είναι η ώρα να το πράξουμε τώρα, βάζοντας όμως τις σωστές προτεραιότητες.
Αν κάτι μας έμαθε η Φύση είναι η δύναμή της να αναγεννιέται.. Σήμερα, οφείλουμε να διδαχτούμε από αυτήν και να ξεκινήσουμε από την αρχή.. Εξάλλου, σαν σύγχρονοι Σίσυφοι, είμαστε καταδικασμένοι να προσπαθήσουμε ξανά, να κτίσουμε κάτι νέο, πιο βιώσιμο.
Πρέπει πρώτα όμως να καθαρίσουμε τις στάχτες, κυρίως εκείνες που κάλυψαν την ψυχή μας..
Να ξαναανακαλύψουμε όλα εκείνα τα στοιχεία που πάντοτε χαρακτήριζαν το εβρίτικο πνεύμα: την αρετή, την ηθική, την καλοσύνη και την αλληλεγγύη, μεταξύ άλλων…